Η αναγκαιότητα προσέλκυσης εξειδικευμένου προσωπικού από το εξωτερικό, καθώς και η απομονωμένη γεωγραφικά θέση oδήγησαν το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας στην απόφαση παροχής υπηρεσιών όπως κατοικία, συσσίτιο, περίθαλψη, εκπαίδευση και ψυχαγωγία στο προσωπικό της. Η δημιουργία του οικισμού εξασφάλισε στην Εταιρεία την απρόσκοπτη παραμονή του εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού της στην παραγωγική διαδικασία, ενώ παράλληλα δημιούργησε έναν ισχυρό οικιστικό πυρήνα μέσα στη βιομηχανική ζώνη της Δραπετσώνας.
Η ανέγερση του οικισμού, στο βόρειο άκρο της μονάδας, ξεκίνησε με την έναρξη λειτουργίας το 1910 και ο βασικός του πυρήνας, ο οποίος αποτελούνταν από 26 κτίρια κατοικιών, σχολείο, γήπεδο και εστιατόριο ολοκληρώθηκε σταδιακά μέχρι το 1918. Τα οικήματα του ειδικευμένου προσωπικού (μηχανικοί, χημικοί και άλλες επιστημονικές ειδικότητες), των τμηματαρχών, των επιστατών, των ειδικευμένων εργατών του υαλουργείου και των ειδικευμένων εργατών των άλλων μονάδων διέφεραν μεταξύ τους ως προς το μέγεθος (αριθμός δωματίων) και τις παροχές τους (ύπαρξη ατομικής κουζίνας ή λουτρού).
Το κτίριο που διασώζεται προοριζόταν για το επιστημονικό προσωπικό και ήταν ένα από τέσσερα διώροφα πέτρινα κτίρια με τετράριχτη στέγη και κάλυψη από κεραμίδια που κατασκευάστηκαν 1913 και το 1916. Σε κάθε ένα υπήρχαν δύο κατοικίες, με τρία δωμάτια, μαγειρείο, λουτρό και πλυντήριο.
Σε συνεργασία:
Με την επιχορήγηση και την αιγίδα: